O “Πίναξ του Κέβητος”- Βασίζεται στην απόκρυφη φιλοσοφία Παρμενίδη & Πυθαγόρα …

“Ο Πίναξ του Κέβητος έχει γραφεί υπό μορφή διαλόγου μεταξύ δύο προσώπων, ενός ξένου και ενός πρεσβύτη, που πιθανότατα είναι ο συγγραφέας και υπήρξε κατά τη νεότητά του μαθητής του φιλοσόφου που είχε αφιερώσει το ζωγραφικό πίνακα που βρισκόταν στην είσοδο του ιερού του Κρόνου, μιας πόλης που δεν κατονομάζεται, ανάμεσα σ’ άλλα αφιερώματα.

  • Ο πρεσβύτης ερμηνεύει σ’ ένα ευρύ κοινό τις αλληγορικές παραστάσεις αυτού του πίνακα που με ζωηρά χρώματα απεικονίζει όλη την ανθρώπινη ζωή. Το έργο αυτό, γραμμένο με σαφή ηθικοπαιδαγωγικό χαρακτήρα, αναπτύσσει, όπως και το έργο του Πρόδικου

Η εκλογή του Ηρακλέους, το κλασικό θέμα της ηθικής επιλογής μεταξύ αρετής και κακίας και περιέχει πολλούς κοινούς τόπους της ηθικής παράδοσης και εξ αιτίας του αλληγορικού του χαρακτήρα υπήρξε ιδιαίτερα προσφιλές στους κύκλους των λογίων ανθρωπιστών του 16°” αιώνα, έτυχε μάλιστα επανειλημμένων λατινικών μεταφράσεων, πολλές από τις οποίες είχαν σχόλια, ενώ συγχρόνως αποτέλεσε πηγή καλλιτεχνικής έμπνευσης λιθογράφων και ζωγράφων.”

Αθανασία Γλυκοφρύδη-Λεοντσίνη
————————————————–

«Έτυχε να περπατούμε μέσα στο ιερό του Κρόνου, μέσα στο οποίο παρατηρούσαμε και πολλά αναθήματα. Βρισκόταν και ένας πίνακας μπροστά στο ναό, στον οποίο υπήρχε ξένη χάραξη (“γραφή”), παράδοξη εικόνα με διάφορες μυθικές σκηνές που δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε τι παρίστανε. Γιατί ούτε πόλη μας φαινόταν να είναι η ζωγραφιά, ούτε στρατόπεδο, αλλά ήταν ένας περίβολος που περιείχε δύο άλλους περιβόλους, έναν μεγαλύτερο και έναν μικρότερο. Ήταν και μια πύλη στον πρώτο περίβολο. Κοντά της φαινόταν πως ήταν συγκεντρωμένος πολύς όχλος και μέσα στον περίβολο φαινόταν ένα πλήθος γυναικών. Μπροστά στην είσοδο του πρώτου πυλώνα και περιβόλου στεκόταν ένας γέρος και εμφαινόταν σαν να πρόσταζε κάτι τον εισερχόμενο όχλο.
Ενώ λοιπόν απορούσαμε πολύ χρόνο για την ιστορία του πίνακα, κάποιος ηλικιωμένος που στεκόταν δίπλα, δεν είναι καθόλου παράξενο, ώ ξένοι, είπε, που απορείτε γι’ αυτή την εικόνα. Γιατί και από τους ντόπιους πολλοί δεν γνωρίζουν το νόημα της ιστορίας, διότι δεν είναι αφιέρωμα της πόλης, αλλά κάποιος ξένος αφίχθη κάποτε εδώ, άνδρας με φρόνηση και σοφότατος, ο οποίος και “λόγω” και “έργω” φαινόταν να παραδέχεται και να ζει ένα πυθαγόρειο και παρμενίδειο βίο και αφιέρωσε το ιερό αυτό και την εικόνα στον Κρόνο.
Ποιο λοιπόν από τα δύο, είπα εγώ, γνωρίζεις αυτόν τον άνδρα και τον έχεις δει ή όχι;
Και τον θαύμασα, είπε, για πολύ χρόνο ηλικιωμένο, όταν ήμουν νεώτερος. Για πολλά και σπουδαία συζητούσε. Και σχετικά με αυτή την ιστορία πολλές φορές τον άκουσα να εξηγεί.
Μα το Δία, λοιπόν, είπα εγώ, εάν δεν έχεις κάποια μεγάλη ασχολία, διηγήσου σε εμάς, διότι πολύ επιθυμούμε να ακούσουμε, την έννοια αυτού του μύθου.
Καμία άρνηση, ώ ξένοι, είπε. Αλλά πρέπει πρώτα να ακούσετε ότι έχει κάτι επικίνδυνο αυτή η εξήγηση.
Δηλαδή τι; είπα εγώ.
Ότι εάν προσέξετε, είπε, και κατανοήσετε τα λεγόμενα, φρόνιμοι και ευδαίμονες θα είστε, διαφορετικά, θα μείνετε αμαθείς και θα ζήσετε δυστυχείς άφρονες και ανήθικοι. Διότι η ερμηνεία μοιάζει με το αίνιγμα της Σφιγγός, το οποίο εκείνη πρότεινε στους ανθρώπους. Εάν κάποιος το εξηγούσε, σωζόταν, εάν δεν το εξηγούσε, καταστρεφόταν από την Σφίγγα. Ομοίως και με αυτή την εξήγηση. Διότι η αφροσύνη για τους ανθρώπους είναι Σφίγγα. Ζητά να λυθεί το εξής, τι αγαθό, τι κακό, τι ούτε αγαθό ούτε κακό είναι στη ζωή. Εάν λοιπόν κάποιος δεν το λύσει, καταστρέφεται από αυτήν, όχι μονομιάς, όπως πέθαινε αυτός που καταβροχθιζόταν από την Σφίγγα, αλλά λίγο λίγο σε όλη του την ζωή φθείρεται, όπως αυτοί που παραδίδονται για τιμωρία. Εάν όμως κάποιος καταλάβει, αντίθετα η αφροσύνη χάνεται, εκείνος σώζεται και είναι μακάριος και ευδαίμων για όλη του την ζωή. Εσείς, λοιπόν, ακούστε προσεκτικά και μη παρανοείτε.
Για όνομα του Ηρακλή, πόσο μεγάλη επιθυμία μας έχεις ενσπείρει, εάν αυτά έχουν έτσι.
Αλλά είναι, είπε, έτσι έχοντα.
Διηγήσου μας λοιπόν γρήγορα, διότι εμείς θα προσέξουμε στα σοβαρά, εφόσον και η ανταμοιβή είναι τέτοια.
Και αφού έλαβε μια ράβδο και τη σήκωσε προς τη γραφή, Βλέπετε, είπε, τον περίβολο αυτό;
Bλέπουμε.
Πρώτον πρέπει να μάθετε πως αυτός ο τόπος καλείται Βίος. Και ο όχλος ο πολύς που κοντά στην πύλη στέκεται, είναι όσοι πρόκειται να εισέλθουν στον Βίο. Και ο γέρων, ο οποίος στέκει από πάνω και κρατά ένα χαρτί στο χέρι του και με το άλλο σαν να δεικνύει κάτι, αυτός Δαίμων καλείται και προστάζει τους εισερχόμενους τί πρέπει αυτοί να κάνουν, όταν εισέλθουν στον Βίο. Δείχνει ποιο δρόμο πρέπει να βαδίζουν, εάν σκοπεύουν να σωθούν μέσα στον Βίο.
Ποιο λοιπόν δρόμο προστάζει να βαδίζουν, ή πώς; είπα εγώ.
Βλέπεις, είπε, ότι κοντά στην πύλη υπάρχει κάποιος θρόνος σε αυτόν τον τόπο, που εισέρχεται ο κόσμος, και κάθεται μια γυναίκα, με προσποιητό ήθος, με τρόπους που να γίνεται πιστευτή και έχει στο χέρι ένα ποτήρι;
Βλέπω. Αλλά ποια είναι αυτή; είπα.
Απάτη ονομάζεται, λέει, η όλων των ανθρώπων πλανεύτρα
Έπειτα τι πράττει αυτή;
Τους εισερχομένους στον Βίο, ποτίζει με τη δύναμή της.
Και ποιο είναι το ποτό αυτό;
Πλάνη, είπε, και άγνοια.
Έπειτα τι;
Πίνοντες αυτό, πορεύονται στον Βίο.
Ποιο λοιπόν από τα δύο, όλοι πίνουν την πλάνη, ή όχι;
Όλοι πίνουν, είπε, αλλά κάποιοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο. Και ακόμη, δεν βλέπεις στο εσωτερικό της άλλης πύλης, ένα πλήθος γυναικών εταίρων με διάφορες μορφές;
Βλέπω.
Αυτές λοιπόν, Δόξες και Επιθυμίες και Ηδονές καλούνται.
Όταν εισέρχεται ο όχλος, αυτές αναπηδούν και αγκαλιάζουν τον καθένα, έπειτα τους οδηγούν.
Που τους οδηγούν αυτούς;
Κάποιες (τους οδηγούν) στο να σωθούν (στη σωτηρία), είπε, άλλες στο να απωλεσθούν (στην καταστροφή) εξαιτίας της απάτης.
Ω δαιμόνιε (πάνσοφε), πολύ κακό το ποτό που λες.
Και όλες βέβαια, υπόσχονται ότι θα τους οδηγήσουν σε μια καλύτερη κατάσταση και σε μια ζωή ευτυχισμένη και ωφέλιμη. Αυτοί, από την άγνοια και την πλάνη που ήπιαν από την Απάτη, δεν βρίσκουν ποιος δρόμος στην Ζωή είναι ο αληθινός, αλλά περιπλανώνται στα τυφλά, όπως ακριβώς βλέπεις και τους προηγουμένως εισερχομένους πως περιφέρονται όπου τύχει.
Τους βλέπω, είπα. Και η γυναίκα εκείνη που μοιάζει να είναι τυφλή και τρελή, που στέκει πάνω σε ένα λίθο στρογγυλό, ποια είναι;
Καλείται, είπε, Τύχη, και δεν είναι μόνο τυφλή και τρελή, αλλά και κουφή.
Και τι έργο έχει αυτή;
Περιφέρεται παντού, είπε, και από κάποιους αρπάζει τα υπάρχοντα και σε άλλους τα δίδει και από τους ίδιους πάλι αφαιρεί αμέσως εκείνα που έχει δώσει και τα δίνει σε άλλους στα τυφλά και αβέβαια. Γι’ αυτό και το σημείο καλά φανερώνει τη φύση της.
Ποιο είναι αυτό; είπα εγώ.
Ότι στέκει επάνω σε στρογγυλό λίθο. (ενν. που είναι ασταθής)
Έπειτα, τι αυτό σημαίνει;
Ούτε ασφαλές ούτε βέβαιο είναι ό,τι αυτή δίνει.
Διότι καταστροφές μεγάλες και σκληρές γίνονται, όταν κάποιος την εμπιστευτεί.
Ο των ανθρώπων πολύς όχλος που γύρω της στέκεται τί θέλει και πώς λέγονται;
Καλούνται αυτοί απερίσκεπτοι και ζητούν καθένας τους να τους ρίξει, ό,τι έχει.
Πώς λοιπόν, δεν έχουν όμοια μορφή, αλλά άλλοι από αυτούς φαίνονται χαρούμενοι, και άλλοι είναι λυπημένοι και εκτείνοντες τα χέρια; Εκείνοι που φαίνονται, είπε, χαρούμενοι και γελαστοί, είναι αυτοί που έχουν πάρει κάτι από αυτήν. Αυτοί την ονομάζουν Αγαθή Τύχη. Εκείνοι όμως που είναι λυπημένοι με εκτεταμένα χέρια είναι αυτοί από τους οποίους αφαίρεσε αυτά που πριν τους είχε δώσει. Αυτοί, την αποκαλούν κακή Τύχη.
Και ποια είναι αυτά που τους δίνει, γιατί εκείνοι που τα παίρνουν χαίρονται τόσο πολύ και εκείνοι που τα χάνουν κλαίνε;
Αυτά, είπε, είναι όσα οι πολλοί άνθρωποι νομίζουν ότι είναι αγαθά.
Αυτά λοιπόν ποια είναι;
Πλούτος, και δόξα και ευγένεια (καταγωγής) και τέκνα και τυραννίδες και βασιλείες και τα άλλα όσα με αυτά είναι παραπλήσια.
Αυτά πώς και δεν είναι αγαθά;
Σχετικά με αυτά θα μιλήσουμε και αργότερα, αλλά τώρα ας ασχοληθούμε με την ιστορία.
Έστω (ας γίνει) έτσι.

Θ’
Βλέπεις λοιπόν, εάν περάσεις την πύλη αυτή, ψηλότερα άλλο περίβολό και γυναίκες έξω από τον περίβολο να στέκονται κοσμημένες (στολισμένες), όπως οι εταίρες συνηθίζουν;
Μάλιστα.
Από αυτές η μία Ακρασία (Ακράτεια) καλείται, η άλλη Ασωτία, η άλλη Απληστία και η άλλη Κολακεία.
Και γιατί αυτές στέκονται έτσι;
Παρατηρούν, είπε, όσους έλαβαν κάτι από την Τύχη.
Έπειτα τι;
Aναπηδούν και τους αγκαλιάζουν και τους κολακεύουν και αξιώνουν να μένουν κοντά τους, υποσχόμενες ότι θα περάσουν μια ζωή ευχάριστη χωρίς κόπους και χωρίς καμία κακοτυχία. Εάν λοιπόν κανείς πιστέψει σε αυτές να ριχτεί στην απόλαυση, μέχρι ένα σημείο του φαίνεται ευχάριστος αυτός ο τρόπος ζωής, όσο διάστημα τον ερεθίζει, έπειτα όμως όχι πλέον. Γιατί, όταν ανανήψει και επανέλθει στα λογικά του, καταλαβαίνει ότι δεν έτρωγε αυτός, αλλά κατατρωγόταν από αυτήν και ζημιωνόταν. Και γι’ αυτό, όταν καταξοδέψει όλα, όσα έλαβε από την Τύχη, αναγκάζεται να καταστεί δούλος σε αυτές τις γυναίκες και όλα να τα υπομένει και να συμπεριφέρεται άπρεπα και να κάνει για χατήρι τους όλα όσα είναι βλαβερά, δηλαδή να αποστερεί, να ιεροσυλεί, να επιορκεί, να προδίδει, να ληστεύει και άλλα παραπλήσια. Όταν, λοιπόν, κάνουν όλα αυτά, παραδίδονται στην Τιμωρία.

Ι’
Και ποια είναι αυτή;
Βλέπεις πίσω, είπε, από αυτές επάνω, κάτι που μοιάζει με μικρή θύρα και έναν τόπο στενό και σκοτεινό;
Και βέβαια.
Λοιπόν, και γυναίκες αισχρές (άσχημες) και ρυπαρές και ντυμένες ράκη (κουρέλια), φαίνονται να βρίσκονται μέσα;
Και βέβαια.
Από αυτές, είπε, αυτή που έχει το μαστίγιο καλείται Τιμωρία, αυτή που έχει το κεφάλι της μέσα στα γόνατά της Λύπη, αυτή που τραβά τις τρίχες του κεφαλιού της, Οδύνη.
Κι ο άλλος αυτός που στέκεται κοντά σε αυτές, ο άσχημος, λεπτός και γυμνός, και μαζί του κάποια άλλη όμοιά του αισχρή και λεπτή, ποιοι είναι αυτοί;
Αυτός Οδυρμός λέγεται, είπε, η άλλη Αθυμία, αδελφή είναι αυτή εκείνου. Σε αυτούς παραδίδεται και με αυτούς συμβιώνει τιμωρούμενος . Έπειτα πάλι στον άλλο οίκο ρίχνεται, στην Κακοδαιμονία, και εκεί τον υπόλοιπο βίο του τελειώνει μέσα σε κάθε δυστυχία, εκτός εάν η Μετάνοια κατά τύχη τον συναντήσει.

ΙΑ’
Έπειτα τι γίνεται, εάν η Μετάνοια τον συναντήσει;
Βγάζει αυτόν από όλες τις συμφορές και του συνιστά μία άλλη Ιδέα και Επιθυμία που οδηγεί στην αληθινή Παιδεία, αλλά συγχρόνως και σε αυτή που καλείται Ψευδοπαιδεία.
Έπειτα τι γίνεται;
Eαν, λέει, την Ιδέα αυτή δεχτεί ευχάριστα, που θα τον οδηγήσει στην αληθινή Παιδεία, αφού καθαριστεί από αυτήν (την Δόξα), σώζεται και μακάριος και ευδαίμων γίνεται στο Βίο. Εάν όχι, πλανεύεται πάλι από την Ψευδοδοξία.

ΙΒ’
Για όνομα του Ηρακλή, πόσο μεγάλος είναι αυτός ο κίνδυνος! Και η Ψευδοπαιδεία ποια είναι; είπα εγώ.
Δεν βλέπεις τον άλλο περίβολο εκείνο;
Και βέβαια, είπα εγώ.
Λοιπόν, έξω από τον περίβολο, κοντά στην είσοδο, κάποια γυναίκα στέκεται, η οποία φαίνεται πως είναι πολύ καθαρή και περιποιημένη;
Και βέβαια.
Αυτήν, οι περισσότεροι και κούφιοι από τους ανθρώπους, Παιδεία την ονομάζουν, δεν είναι όμως Παιδεία, αλλά Ψευδοπαιδεία, είπε. Εκείνοι που σώζονται, όταν θέλουν να έλθουν στην αληθινή Παιδεία, από αυτήν εδώ θα περάσουν πρώτα.
Ποιο λοιπόν από τα δύο, υπάρχει ή όχι άλλος δρόμος, που να οδηγεί στην αληθινή Παιδεία;
Δεν υπάρχει, είπε.

ΙΓ’
Και αυτοί οι άνθρωποι, που περπατούν στο εσωτερικό του περιβόλου, ποιοι είναι;
Οι εραστές της Ψευδοπαιδείας, είπε, εξαπατημένοι και οι οποίοι νομίζουν ότι συναναστρέφονται με την αληθινή Παιδεία.
Πώς ονομάζονται αυτοί;
Άλλοι ποιητές, είπε, άλλοι ρήτορες, άλλοι διαλεκτικοί, άλλοι μουσικοί, άλλοι μαθηματικοί, άλλοι γεωμέτρες, άλλοι αστρολόγοι, άλλοι κριτικοί, άλλοι ηδονικοί, άλλοι περιπατητικοί, και όλοι οι σε αυτούς παραπλήσιοι.

ΙΔ’
Και οι γυναίκες αυτές που φαίνονται να τρέχουν εδώ και εκεί και μοιάζουν με τις πρώτες, ανάμεσα στις οποίες είπες ότι είναι η Ακράτεια και οι άλλες που είναι μαζί τους ποιες είναι;
Είναι οι ίδιες με τις άλλες, είπε.
Ποιο λοιπόν από τα δύο, και αυτές εκεί πηγαίνουν ή όχι;
Ναι, μα τον Δία, και αυτές εκεί, αλλά σπανίως και όχι όπως στον πρώτο περίβολο.
Ποιο λοιπόν από τα δύο, και οι Δοξασίες ή όχι; είπα.
(Ναι) Διότι μένει και σε αυτούς το ποτό, που ήπιαν από την Απάτη και η άγνοια θα μείνει σε αυτούς μα το Δία και μαζί της η αφροσύνη και δεν θα φύγει ούτε η δόξα ούτε η υπόλοιπη κακία, έως ότου αποκηρύσσοντας την Ψευδοπαιδεία, εισέλθουν στον Αληθινό Δρόμο και πιουν τις Καθαρτικές από αυτά Δυνάμεις. Έπειτα, όταν καθαρθούν και αποβάλλουν όσα κακά έχουν, και τις δοξασίες και την άγνοια και όλη την υπόλοιπη κακία, τότε μόνο θα σωθούν. Εάν όμως, παραμείνουν κοντά στην Ψευδοπαιδεία, δεν θα απαλλαγούν ποτέ, ούτε θα τους λείψει κανένα κακό, εξαιτίας αυτών των μαθημάτων.

ΙΕ’
Και ποιος είναι αυτός ο δρόμος που οδηγεί στην αληθινή Παιδεία;
Βλέπεις πάνω, είπε, εκείνον τον τόπο, όπου δεν κατοικεί κανείς, αλλά έρημος φαίνεται να είναι;
Bλέπω.
Λοιπόν, και μια θύρα μικρή και έναν δρόμο μπροστά στην θύρα, που δεν έχει πολύ όχλο, αλλά πολύ λίγοι άνθρωποι βαδίζουν, γιατί δείχνει να μην είναι δρόμος στην πραγματικότητα, και είναι τραχύς και πετρώδης;
Και βέβαια, είπα.
Και ένα βουνό ψηλό φαίνεται να είναι και ανάβαση πολύ στενή και γκρεμούς να έχει από εδώ και από εκεί βαθύς;
Βλέπω.
Αυτός είναι ο δρόμος, είπε, που οδηγεί στην Αληθινή Παιδεία.
Και είναι πολύ δύσκολο να τον κοιτάξει κανείς.
Λοιπόν, και πάνω στο βράχο, βλέπεις μια πέτρα μεγάλη και ψηλή και γύρω απόκρημνο;
Βλέπω, είπα.

ΙΣΤ’
Bλέπεις και δύο γυναίκες, να στέκονται επάνω στην πέτρα, ζωηρές και καλοφτιαγμένες, πως εκτείνουν τα χέρια πρόθυμα;
Bλέπω, αλλά πως ονομάζονται, είπα, αυτές;
Η μία Εγκράτεια καλείται, είπε, η άλλη Καρτερία, είναι αδελφές.
Γιατί λοιπόν έχουν τα χέρια τεντωμένα τόσο πρόθυμα;
Παρακαλούν, είπε, αυτούς που φτάνουν στον τόπο αυτό, να έχουν θάρρος και να μην δειλιάζουν, λέγουσες ότι πρέπει να δείξουν υπομονή για λίγο ακόμη και έπειτα θα φθάσουν σε οδό καλή.
Και όταν φτάνουν στην πέτρα, πώς ανεβαίνουν; γιατί βλέπω ότι κανείς δρόμος δεν οδηγεί σε καμία από αυτές.
Αυτές από τον γκρεμό κατεβαίνουν και τραβούν αυτούς επάνω προς αυτές, έπειτα τους συμβουλεύουν να αναπαυθούν και έπειτα από μικρό διάστημα τους δίνουν δύναμη και θάρρος και υπόσχονται ότι θα οδηγήσουν αυτούς στην αληθινή Παιδεία και τους δείχνουν την οδό, ότι είναι καλή και ομαλή και εύκολη στην πόρευση, και καθαρή από κάθε κακό, όπως βλέπεις.
Εμφαίνεται, μα το Δία.

ΙΖ’
Βλέπεις, είπε, και μπροστά από το άλσος εκείνο έναν τόπο, που φαίνεται να είναι καλός και χλοερός και από πολλά φώτα ολόλαμπρος;
Και βέβαια.
Διακρίνεις λοιπόν μέσα στον λειμώνα, άλλο περίβολο και άλλη πύλη;
Eίναι έτσι, αλλά πώς καλείται ο τόπος αυτός;
Ευδαιμόνων οικία, είπε, διότι, εκεί ζουν όλες οι Αρετές και η Ευδαιμονία.
Πόσο καλός είναι ο τόπος, είπα, για τον οποίο λες.

ΙΗ’
Βλέπεις κοντά στην πύλη, είπε, ότι υπάρχει μια ωραία γυναίκα, κάπως προχωρημένης ηλικίας με όμορφο όμως πρόσωπο, και με απλή και αστόλιστη ενδυμασία; στέκει όχι σε στρογγυλή πέτρα, αλλά σε τετράγωνη, με σταθερή βάση. Και μαζί της είναι άλλες δύο που φαίνεται ότι είναι θυγατέρες της.
Εμφαίνεται έτσι έχει.
Από αυτές η μεσαία είναι η Παιδεία, η άλλη η Αλήθεια και η άλλη η Πειθώ.
Γιατί στέκει σε πέτρα τετράγωνη αυτή;
Σημείο, είπε, είναι, ότι ασφαλής και βέβαιη είναι η οδός που οδηγεί σε αυτήν για όσους έρχονται και ότι είναι σίγουρα αυτά που δίδονται στους λήπτες.
Και ποια είναι αυτά, που δίδει αυτή;
Θάρρος και Αφοβία, είπε εκείνος.
Αυτά ποια είναι συγκεκριμένα;
Γνώση, είπε, του να μην παθαίνει κανείς τίποτε κακό στη ζωή.

ΙΘ’
Ω Ηρακλή, πόσο καλά, είπα, είναι τα δώρα. Αλλά γιατί στέκεται έτσι έξω από τον περίβολο;
Ώστε τους ερχομένους, είπε, να θεραπεύει και να ποτίζει με την Καθαρτική της Δύναμη. Έπειτα όταν καθαρθούν, έτσι τους οδηγεί στις Αρετές.
Πώς αυτό; είπα εγώ, γιατί δεν καταλαβαίνω.
Αλλά θα καταλάβεις, είπε, όπως εάν κάποιος τύχαινε να αρρωστήσει και με φιλότιμο πήγαινε στον ιατρό, κατά πρώτον ο ιατρός, νομίζω, θα εξάλειφε όλα εκείνα που προκαλούν την νόσο και έτσι θα τον διέσωζε και θα αποκαταστούσε την υγεία του, εάν όμως δεν ακολουθούσε τις συνταγές του, εύλογα, εάν δεν απατώμαι, εκδιωγμένος από τον ιατρό, θα χανόταν, εξαιτίας της ασθένειας.
Αυτά τα κατανοώ, είπα εγώ.
Κατά τον ίδιο τρόπο, είπε, όταν φθάσει κάποιος στην Παιδεία, τον θεραπεύει και τον ποτίζει με τη δική της Δύναμη, για να τον Καθάρει πρώτα, και να του εκβάλει όλα τα κακά τα οποία είχε όταν ήλθε.
Ποια είναι αυτά;
H άγνοια και η πλάνη, που έχει ποτιστεί από την Απάτη και την αλαζονεία και την επιθυμία και την ακράτεια και τον θυμό και την φιλαργυρία και τα λοιπά όλα, με τα οποία γέμισε όσο ήταν στον πρώτο περίβολο.

Κ’
Όταν καθαρθεί, που τον αποστέλλει;
Μέσα, είπε, προς την Επιστήμη και προς τις άλλες Αρετές.
Ποιες είναι αυτές;
Δεν βλέπεις, είπε, μέσα από την πύλη χορό γυναικών, πόσο ωραίες φαίνονται ότι είναι και τακτικές και ντυμένες απλά και χωρίς τρυφηλότητα, και ακόμη, πόσο ανεπιτήδευτες και καθόλου καλλωπισμένες, όπως οι άλλες;
Βλέπω, είπα. Αλλά πώς ονομάζονται αυτές;
H πρώτη Επιστήμη, είπε, ονομάζεται, οι άλλες αδελφές της, Ανδρεία, Δικαιοσύνη, Καλοκαγαθία, Σωφροσύνη, Ευταξία, Ελευθερία, Εγκράτεια, Πραότης.
Ω κάλλιστε, είπα εγώ, σε τι μεγάλη ελπίδα είμαστε.
Εάν συνειδητοποιήσετε, είπε, και με συνήθεια εφαρμόσετε όσα ακούτε.
Θα προσέξουμε, είπα εγώ, πάρα πολύ.
Για αυτό λοιπόν, είπε, θα σωθείτε.

ΚΑ’
Όταν λοιπόν τον παραλάβουν αυτές, που τον οδηγούν;
Προς τη μητέρα, είπε.
Αυτή ποια είναι;
H Eυδαιμονία, είπε.
Ποια είναι αυτή;
Βλέπεις την οδό εκείνη που φέρνει (οδηγεί) στο υψηλό εκείνο (σημείο), το οποίο είναι η ακρόπολη όλων των περιβόλων;
Bλέπω.
Λοιπόν στο προπύλαιο, μια γυναίκα όμορφη κάθεται σε υψηλό θρόνο, στολισμένη με ελευθερία και απλότητα και στεφανωμένη με στεφάνι πολύ ωραίο πλούσιο σε άνθη.
Εμφαίνεται έτσι.
Αυτή είναι η Ευδαιμονία, είπε.

ΚΒ’
Και όταν φτάσει κανείς εκεί, τι κάνει;
Στεφανώνει αυτόν, είπε, με τη Δύναμή της και η Ευδαιμονία, και οι άλλες Αρετές όλες, όπως ακριβώς εκείνους που έχουν νικήσει τους μεγίστους αγώνες.
Και ποιούς αγώνες νίκησε αυτός; είπα εγώ.
Τους μεγίστους, είπε, και τα μέγιστα θηρία, τα οποία προηγουμένως τον κατέτρωγαν και τον βασάνιζαν και τον δουλοποιούσαν, όλα αυτά τα ενίκησε και τα επέρριψε από τον εαυτό του και αυτοσυγκρατήθηκε, ώστε τώρα εκείνα τον υπηρετούν, ακριβώς όπως πρωτύτερα αυτός εκείνα.

ΚΓ’
Ποια λες θηρία; πολύ ποθώ να ακούσω.
Πρώτα, είπε, την Άγνοια και την Πλάνη, ή μήπως δεν σου φαίνονται αυτά θηρία;
Kαι βέβαια είναι θηρία, απάντησα εγώ.
Έπειτα την Λύπη και τον Οδυρμό και την Φιλαργυρία και την Ακράτεια και όλη την υπόλοιπη Κακία. Όλα αυτά (εκείνος) τα ελέγχει και δεν ελέγχεται από αυτά όπως πριν.
Πόσο καλά έργα, είπα εγώ, και τι ωραία νίκη! αλλά εκείνο πες μου ακόμη, ποια η Δύναμη του στεφανιού, με το οποίο είπες ότι αυτός στεφανώνεται;
Ευδαιμονική, ω νεαρέ. Διότι ο στεφανωμένος με αυτή τη Δύναμη, Ευδαίμων γίνεται και Μακάριος και δεν έχει σε άλλους και άλλα τις ελπίδες της Ευδαιμονίας, αλλά μέσα στον Εαυτό του.

ΚΔ’
Πόσο καλό είναι το βραβείο που λες! Όταν στεφανωθεί, τι κάνει ή που βαδίζει;
Τον λαμβάνουν οι Αρετές και τον οδηγούν στον τόπο εκείνο, από όπου ήλθε πρώτα, και του δείχνουν εκείνους που ζουν εκεί, πως περνούν άσχημα και πως ζουν άθλια και ναυαγούν στο βίο και περιπλανώνται και οδηγούνται σαν να έχουν αιχμαλωτισθεί από εχθρούς, άλλοι από την Ακράτεια, άλλοι από την Αλαζονεία, άλλοι από την Φιλαργυρία, άλλοι από την Κενοδοξία και άλλοι από άλλα Κακά. Από αυτά τα δεινά δεν μπορούν να λύσουν τον εαυτό τους, με τα οποία έχουν δεθεί, ώστε να σωθούν και να φτάσουν εδώ, αντίθετα ταράζονται σε όλη τους τη ζωή. Αυτό το παθαίνουν επειδή δεν μπορούν να βρουν αυτήν εδώ την οδό, διότι λησμόνησαν την προσταγή του Δαιμονίου.

ΚΕ’
Σωστά μου φαίνεται πως τα λες. Αλλά και για αυτό απορώ, γιατί δείχνουν οι Αρετές σε αυτόν, εκείνον τον τόπο από τον οποίον ήλθε πριν;
Δεν γνώριζε ακριβώς, ούτε ήξερε, είπε, τίποτε από τα εκεί, αλλά ενδοίαζε και από άγνοια και από πλάνη, που είχε πιει, όσα δεν ήταν αγαθά, νόμιζε ότι είναι αγαθά, και αυτά που δεν ήταν κακά, (νόμιζε) κακά. Δι΄ αυτό και ζούσε κακώς, όπως ακριβώς και οι άλλοι που ζούσαν εκεί. Τώρα όμως, που κατέχει την γνώση των συμφερόντων και ο ίδιος ζει καλά, θεωρεί για εκείνους ότι πράττουν άσχημα.

ΚΣΤ’
Όταν λοιπόν τα παρατηρήσει όλα αυτά, τι κάνει ή που πλέον βαδίζει;
(σημ: δεύτερη γραφή)
Όπου επιθυμεί, είπε. Διότι παντού είναι ασφαλής, όπως αυτός που κατέχει το Κηρύκειο, και παντού, όπου πηγαίνει, θα ζήσει καλά και με κάθε ασφάλεια. Διότι θα τον υποδεχθούν όλοι με χαρά, όπως ακριβώς οι άρρωστοι τον ιατρό.
Ποιο λοιπόν από τα δυο, και εκείνες τις γυναίκες που αποκάλεσες θηρία, τις φοβάται πια μήπως του κάνουν κανένα κακό ή όχι;
Δεν θα ενοχληθεί πλέον ούτε από την καθόλου ούτε από την Οδύνη ούτε από τη Λύπη ούτε από την Ακράτεια ούτε από την Φιλαργυρία ούτε από την Πενία ούτε από κανένα άλλο κακό. Και αυτό διότι όλα τα εξουσιάζει και είναι πάνω από όλα αυτά, τα οποία προηγουμένως τον λυπούσαν, όπως ακριβώς αυτοί που πιάνουν τις οχιές. Διότι τα θηρία που όλους τους άλλους κακοποιούν μέχρι θανάτου, εκείνους δεν τους ενοχλούν, διότι αυτοί έχουν το αντιφάρμακο. Έτσι και αυτόν τίποτα πιά δεν τον πικραίνει, γιατί έχει αντιφάρμακο.

ΚΖ’
Καλώς μου φαίνεται πως τα λες. Αλλά ακόμη και τούτο πες μου. Ποιοι είναι αυτοί που φαίνονται να έρχονται πέρα από το βουνό; Και όσοι από αυτούς είναι στεφανωμένοι φαίνονται πως χαίρονται, ενώ όσοι είναι αστεφάνωτοι είναι λυπημένοι και ταραγμένοι και χτυπούν τις κνήμες τους και τα κεφάλια τους και συγκρατούνται από κάποιες γυναίκες.
Οι στεφανωμένοι είναι όσοι έχουν σωθεί από την Παιδεία και είναι χαρούμενοι, διότι την έχουν συναντήσει. Όσοι αστεφάνωτοι έχουν εγκαταλειφθεί από την Παιδεία, επιστρέφουν σε άθλια κατάσταση. Όσοι εξαιτίας της δειλίας δεν έχουν ανέβει προς την Καρτερία, επιστρέφουν και περιπλανώνται, χωρίς δρόμους.
Και οι γυναίκες που τους ακολουθούν, ποιες είναι;
Λύπες, είπε, και Οδύνες και Στενοχώριες και Δυσφημίες και Άγνοιες.

ΚΗ’
Όλα τα κακά λες ότι τους ακολουθούν.
Ναι, μα το Δία, είπε, όλα τους ακολουθούν από πίσω. Όταν αυτοί φθάσουν στον πρώτο περίβολο και στην Ακράτεια, δεν μέμφονται τον εαυτό τους, αλλά κατηγορούν και την Παιδεία και αυτούς που βαδίζουν προς τα εκεί αποκαλώντας τους ελεεινούς και αθλίους και δυστυχείς, διότι αυτοί, αφού άφησαν τη ζωή που περνούσαν κοντά σε αυτές, δυστυχούν και δεν απολαμβάνουν τα δικά τους καλά.
Ποια αποκαλούν καλά;
Την ασωτεία και την ακράτεια, όπως θα μπορούσε κάποιος να αποφανθεί με συντομία. Διότι το να τρώνε και να πίνουν όπως τα ζώα, το θεωρούν απόλαυση των μεγαλύτερων αγαθών.

ΚΘ’
Και οι άλλες γυναίκες που έρχονται από εκεί εύθυμες και γελαστές, πως ονομάζονται;
Δόξες, είπε, και αφού οδηγήσουν προς την Παιδεία τους εισελθόντες προς τις Αρετές, επιστρέφουν με σκοπό να οδηγήσουν και άλλους και να αναγγείλουν ότι αυτοί που είχαν παραλάβει είναι πλέον ευτυχείς.
Ποιο λοιπόν από τα δύο, είπα εγώ, πηγαίνουν μέσα στις αρετές ή όχι;
Είπε όχι. Διότι δεν είναι θεμιτό να πηγαίνει η Δοξασία στην Επιστήμη, αλλά τους παραδίδουν στην Παιδεία. Όταν τους παραλάβει η Παιδεία, επιστρέφουν αυτές πάλι για να οδηγήσουν άλλους, όπως ακριβώς τα πλοία αφού ξεφορτώσουν τα φορτία, επιστρέφουν και γεμίζουν με άλλα.

Λ’
Αυτά μου φαίνεται σωστά, είπα, πως τα εξηγείς. Αλλά εκείνο δεν μου έχεις κάνει ακόμη φανερό, τι προστάζει το Δαιμόνιον τους εισερχομένους στον Βίο, να πράττουν.
Να έχουν θάρρος, είπε. Γι’ αυτό και εσείς να έχετε θάρρος, διότι όλα θα σας τα εξηγήσω και δεν θα παραλείψω τίποτα.
Καλά λες, είπα εγώ.
Αφού άπλωσε το χέρι ξανά, βλέπετε, είπε, τη γυναίκα εκείνη, η οποία φαίνεται τυφλή και στέκεται πάνω σε στρογγυλή πέτρα, για την οποία πριν λίγο σας είπα πως Τύχη ονομάζεται;
Βλέπουμε.

ΛΑ’
Αυτή προστάζει, είπε, να μην πιστεύει κάποιος και να μη νομίζει βέβαιο ούτε ασφαλές ό,τι πάρει από αυτήν, ούτε να τα θεωρεί δικά του. Διότι, τίποτε δεν την εμποδίζει να τα πάρει από αυτόν και να τα δώσει σε άλλον, μια και πολλές φορές συνηθίζει να το κάνει αυτό. Και γι’ αυτό, προστάζει να είναι αδιάφοροι οι άνθρωποι σε αυτά που δίδει και ούτε να χαίρονται, όταν τους τα δίδει, ούτε να λυπούνται όταν τους τα παίρνει και ούτε να την κατηγορούν ούτε να την επαινούν. Διότι, τίποτε δεν κάνει με τη λογική, αλλά στα τυφλά και τυχαία, όπως σας είπα προηγουμένως. Δι’ αυτό, το Δαιμόνιο προστάζει να μην απορούν για ό,τι αυτή κάνει και ούτε να μοιάζουν με τους κακούς τραπεζίτες. Γιατί και εκείνοι, όταν πάρουν τα χρήματα από τους ανθρώπους, χαίρονται και νομίζουν πως είναι δικά τους, όταν όμως τους τα ζητήσουν πίσω, αγανακτούν και θεωρούν πως έχουν πάθει κακό, χωρίς να σκέπτονται πως με αυτό τον όρο πήραν τις χρηματικές καταθέσεις, σύμφωνα με τον οποίο τίποτα δεν εμποδίζει τον καταθέτη να τις σηκώσει. Έτσι λοιπόν προστάζει το Δαιμόνιο να αντιμετωπίζουν και αυτά που τους δίδει και να έχουν κατά νου ότι η Τύχη τέτοια φύση, ώστε όσα έχει δώσει να τα αφαιρεί και γρήγορα να δίδει πολύ περισσότερα και πάλι να αφαιρεί όχι μόνο εκείνα που έχει δώσει αλλά και εκείνα που είχαν προηγουμένως. Όσα δίδει η Τύχη, προστάζει το Δαιμόνιο, να τα πάρουν και να φύγουν αμέσως, στρέφοντας την προσοχή τους προς την βέβαιη και ασφαλή δόση.

ΛΒ’
Ποια είναι αυτή; είπα εγώ.
Αυτή που θα λάβουν από την Παιδεία, εάν διασωθούν εκεί.
Αυτή ποια είναι;
H αληθινή γνώση των συμφερόντων, είπε, και ασφαλή δόση και βέβαιη και αμετάβλητη. Συμβουλεύει λοιπόν να φεύγουν γρήγορα προς αυτήν, και όταν έλθουν προς εκείνες τις γυναίκες, οι οποίες και προηγουμένως είπα ότι ονομάζονται Ακράτεια και Ηδυπάθεια και από εκεί προστάζει σύντομα να απομακρύνονται και να μην πιστεύουν σε αυτές καθόλου, ώσπου να φθάσουν στην Ψευδοπαιδεία. Συμβουλεύει να μείνουν λίγο χρόνο εκεί, και να λάβουν ότι επιθυμούν για εφόδιο, και από εκεί να φύγουν σύντομα προς την αληθινή Παιδεία. Αυτά παραγγέλλει το Δαιμόνιον. Όποιος εναντιώνεται προς αυτά ή παρακούει, καταστρέφεται κακώς.

ΛΓ’
Ο μύθος λοιπόν, ώ ξένοι, του Πίνακα, είναι περίπου αυτός.
Εάν τώρα θέλετε να μάθετε τίποτε επιπλέον, κανείς φθόνος, εγώ θα σας πω.
Καλά λες, είπα εγώ. Αλλά τι διατάσσει αυτούς το Δαιμόνιο να λάβουν από την Ψευδοπαιδεία;
Aυτά τα οποία φαίνονται ότι είναι χρήσιμα.
Και ποια είναι αυτά;
Γράμματα, είπε, και από τα άλλα μαθήματα όσα αναφέρει και ο Πλάτων πως έχουν δύναμη χαλινού για τους νέους, για να μην αποσπώνται σε αλλότρια.
Ποιο από τα δύο, είναι αναγκαίο να τα πάρει κανείς αυτά, εάν πρόκειται να φθάσει στην αληθινή Παιδεία, ή όχι;
Ανάγκη καμία, είπε, χρήσιμα όμως χρήσιμα για να έλθουν συντομότερα. Στο να βελτιωθούν όμως, δεν συμβάλλουν καθόλου αυτά.
Δεν είναι καθόλου χρήσιμα, είπα, λες στο να γίνουν καλύτεροι Άνδρες;
Διότι και χωρίς αυτά μπορούν να γίνουν ηθικότεροι, παρόλα αυτά δεν είναι άχρηστα και εκείνα. Διότι, όπως συμβαίνει να καταλαβαίνουμε με διερμηνέα τα λεγόμενα κάποια στιγμή, όμως, δεν θα ήταν περιττό να γνωρίζουμε και εμείς οι ίδιοι την γλώσσα, διότι θα τα κατανοούσαμε καλύτερα, έτσι και χωρίς τις γνώσεις αυτές δεν θα τους εμποδίζει τίποτα να γίνουν ηθικότεροι.

ΛΔ’
Ποιο λοιπόν από τα δύο συμβαίνει, οι μορφωμένοι πλεονεκτούν στο να γίνουν ηθικότεροι από τους άλλους ανθρώπους ή όχι;
Όχι διότι πως είναι πιθανό να πλεονεκτούν, όταν φαίνονται να απατώνται σχετικά με τα καλά και κακά, όπως ακριβώς και οι άλλοι και κυριαρχούνται ακόμη από κάθε κακία; Διότι, τίποτε δεν εμποδίζει να γνωρίζει κανείς τα γράμματα και να είναι κάτοχος όλων των γνώσεων και συγχρόνως να είναι μέθυσος, ακρατής, φιλάργυρος, άδικος και προδότης και με μια λέξη άφρων.
Βέβαια, είναι ενδεχόμενο πολλούς τέτοιους να δεις.
Πώς αυτοί υπερέχουν, είπε, εξαιτίας αυτών των γνώσεων στο να γίνουν ηθικότεροι Άνδρες;

ΛΕ’
Καθόλου δεν φαίνεται από αυτό τον λόγο.
Αλλά ποια είναι, είπα εγώ, η αιτία, που στον δεύτερο περίβολο ζουν σαν να προσεγγίζουν την αληθινή Παιδεία;
Και σε τι τους ωφελεί αυτό, είπε, αφού πολλές φορές μπορούμε να δούμε πως έρχονται από τον πρώτο περίβολο από την Ακράτεια και την υπόλοιπη Κακία, στον τρίτο περίβολο και στην Αληθινή Παιδεία και αυτούς τους μορφωμένους να τους αντικαθιστούν; Πώς υπερτερούν, εάν είναι πιο νωθροί και πιο ανεπίδεκτοι μαθήσεως;
Πώς συμβαίνει αυτό; είπα εγώ.
Διότι εκείνοι που είναι στον δεύτερο περίβολο, αν μη τι άλλο, προσποιούνται πως γνωρίζουν εκείνα που δεν γνωρίζουν. Όταν διέπονται από αυτήν την νοοτροπία, κατ’ ανάγκην, δεν μπορούν να κινηθούν προς την αληθινή Παιδεία. Έπειτα, δεν βλέπεις και το άλλο, ότι οι Δοξασίες από τον πρώτο περίβολο έρχονται επίσης προς το μέρος αυτών; Κατά συνέπεια, δεν είναι καθόλου ηθικότεροι αυτοί από εκείνους, εάν δεν συναναστραφεί μαζί τους η Μεταμέλεια και πειστούν ότι δεν έχουν Παιδεία, αλλά Ψευδοπαιδεία, εξαιτίας της οποίας απατώνται. Και εσείς, ξένοι, είπε, έτσι να πράττετε και να ασχολείστε με αυτά που είπαμε, ώσπου να συνηθίσετε. Αλλά αυτά τα ίδια πρέπει πολλές φορές να εξετάζετε και να μην το παραλείπετε, ενώ τα άλλα να τα θεωρείτε δευτερεύοντα. Αλλιώς, δεν θα ωφεληθείτε καθόλου από αυτά που ακούτε.

ΛS’
Θα το κάνουμε. Αυτό να μας εξηγήσεις, πώς δεν είναι καλά, όσα παίρνουν οι άνθρωποι από την Τύχη, για παράδειγμα, η ζωή, η υγεία, ο πλούτος, η δόξα, τα τέκνα, η νίκη και όσα είναι παραπλήσια με αυτά; Ή πάλι πως δεν είναι κακά τα αντίθετα; Διότι πολύ παράδοξος και απίστευτος μας φαίνεται ο λόγος.
Εμπρός λοιπόν, είπε, προσπάθησε να απαντήσεις φαινομενικά πιο ορθά, σχετικά με όσα σε ερωτώ.
Αλλά θα το πράξω, είπα εγώ.
Ποιο από τα δύο, εάν κάποιος ζει κακώς, είναι πράγμα αγαθό για αυτόν η ζωή ή όχι;
Δεν μου φαίνεται αγαθό, αλλά κακό, είπα εγώ.
Πώς γίνεται να είναι αγαθή η ζωή, είπε, εάν είναι ταυτόχρονα κακή;
Θεωρώ ότι για εκείνους που ζουν κακώς, είναι κακό, για αυτούς όμως που ζουν καλά, είναι αγαθό.
Και κακή άρα λες τη ζωή και αγαθή ότι είναι.
Μάλιστα.

ΛΖ’
Μην λες λοιπόν απίθανα πράγματα. Αδύνατον το ίδιο πράγμα να είναι κακό και αγαθό. Διότι έτσι θα ήταν συγχρόνως, το ίδιο πράγμα πάντα και ωφέλιμο και βλαπτικό, και επιθυμητό και ανεπιθύμητο.
Απίθανο. Αλλά πώς δεν είναι κακό πράγμα η κακή ζωή για όποιον ζει κακώς; Εάν αυτός έχει κάτι κακό, για αυτόν η ζωή είναι κάτι κακό.
Αλλά δεν είναι το ίδιο ή ζωή και η κακή ζωή. Ή δεν σου φαίνεται έτσι;
Και βέβαια, δεν νομίζω πως είναι το ίδιο.
Η κακή λοιπόν ζωή είναι κακό πράγμα, το να ζει κάποιος όμως δεν είναι κάτι κακό. Διότι, εάν ήταν κάτι κακό, για εκείνους που ζουν καλά θα ήταν κακό, διότι θα υπήρχε σε αυτούς η ζωή, η οποία είναι κακό πράγμα.
Αληθές μου φαίνεται ότι είναι αυτό.

ΛΗ’
Επειδή λοιπόν και στους δύο συμβαίνει να ζουν, και σε όσους ζουν καλά, και σε εκείνους που ζουν άσχημα, δεν θα μπορούσε να είναι η ζωή ούτε καλό ούτε κακό πράγμα. Όπως ακριβώς ούτε η εγχείρηση και το καυτηρίασμα είναι βλαβερά και υγιεινά. Κατά τον ίδιο τρόπο, και για την ζωή, δεν είναι κακό πράγμα αυτή η ίδια η ζωή, αλλά η κακή ζωή.
Έτσι είναι αυτά.
Εσύ, λοιπόν, έτσι να εξετάζεις ποιο από τα δύο, θα ήθελες να ζεις κακώς ή να πεθάνεις καλά και με Ανδρεία;
Να πεθάνω εγώ, καλώς.
Ούτε το να πεθάνει κάποιος είναι κακό, αν βέβαια πολλές φορές είναι προτιμότερο το να πεθάνει κάποιος από το να ζει.
Έτσι είναι αυτά.
Λοιπόν το ίδιο ισχύει και για την υγεία και την ασθένεια. Πολλές φορές δεν συμφέρει να είναι κανείς υγιής, αλλά το αντίθετο, όταν υπάρχει ανάλογη περίσταση.
Αλήθεια λες.

ΛΘ’
Έλα λοιπόν, ας εξετάσουμε και την περίπτωση του πλούτου, εάν βέβαια είναι δυνατόν, διότι πολλές φορές μπορούμε να δούμε κάποιος να έχει πλούτο, αλλά να ζει κακά και άθλια.
Ναι μα το Δία, βεβαίως πολλούς.
Λοιπόν ο πλούτος καθόλου δεν βοηθά αυτούς να ζουν καλά.
Φαίνεται, διότι αυτοί είναι φαύλοι.
Το να είναι κανείς σπουδαίος, τον κάνει όχι ο πλούτος, αλλά η Παιδεία.
Εύλογο.
Σε συνάρτηση, λοιπόν, με αυτά, ούτε ο πλούτος είναι αγαθό, εάν δεν βοηθά αυτούς που τον έχουν στο να βελτιωθούν (ενν. ηθικά).
Φαίνεται έτσι.
Ούτε συμφέρει, επομένως, μερικούς να είναι πλούσιοι, όταν δεν γνωρίζουν να χρησιμοποιούν τον πλούτο.
Έτσι μου φαίνεται.
Πώς, επομένως, μπορεί να θεωρήσει κάποιος ότι είναι αγαθό, αυτό το οποίο, πολλές φορές, δεν συμφέρει να υπάρχει;
Καθόλου.
Εάν λοιπόν γνωρίζει κανείς να χρησιμοποιεί τον πλούτο καλά και έμπειρα, θα ζήσει καλά, αλλιώς κακά.
Αληθέστατα νομίζω αυτά που λες.

Μ’
Και στο σύνολο, το να εκτιμά κανείς αυτά ως αγαθά, ή να τα περιφρονεί ως κακά, αυτό είναι που προκαλεί ταραχή στους ανθρώπους και τους βλάπτει, όταν επιδοκιμάζουν αυτά και θεωρούν πως με αυτά μόνο επιτυγχάνεται η ευδαιμονία. Και όλα τα πράττουν εξαιτίας αυτών και δεν απομακρύνονται ούτε από εκείνα που φαίνονται ασεβέστατα και αισχρότατα. Και αυτά τα παθαίνουν, εξαιτίας της άγνοιας του αγαθού. Διότι αγνοούν ότι από τα κακά δεν παράγεται αγαθό. Είναι δυνατόν να δούμε, ότι πολλοί απέκτησαν πλούτο με άσχημα και αισχρά έργα, δηλαδή με προδοσίες, ληστείες, φόνους, συκοφαντίες, αποστερήσεις και με άλλα πολλά και κακά.
Είναι έτσι αυτά.

ΜΑ’
Εάν λοιπόν δεν παράγεται τίποτε το αγαθό από κακό πράγμα, όπως είναι φυσικό, ο πλούτος όμως προέρχεται από κακά έργα, κατ’ ανάγκην, δεν αποτελεί αγαθό ο πλούτος.
Συμβαίνει έτσι, σύμφωνα με αυτά τα λόγια.
Αλλ’ ούτε την φρόνηση, ούτε την δικαιοπραξία μπορεί κανείς να αποκτήσει από κακά έργα, έτσι ούτε το να αδικεί και να είναι άφρων από καλά έργα, ούτε είναι δυνατόν αυτά να υπάρχουν στον ίδιο άνθρωπο. Τίποτε όμως δεν εμποδίζει να έχει κανείς μαζί με πολλή κακία πλούτο και δόξα και νίκη και όλα τα υπόλοιπα, όσα είναι παραπλήσια. Κατά συνέπεια, δεν δύνανται αυτά να είναι ούτε αγαθά ούτε κακά, αλλά μόνο η φρόνηση αποτελεί αγαθό και η αφροσύνη κακό.
Καλά μου φαίνεται πως τα λες, είπα.»
ΤΕΛΟΣ
*******
Νεοελληνική Απόδοση: Παλιγγίνης Ελευθέριος

www.hypnotherapy4u.gr